Courseworks

Abstract

Ο περιηγητικός τουρισμός αποτελεί μια εναλλακτική μορφή τουρισμού που αποκτά όλο και περισσότερους λάτρεις τα τελευταία χρόνια. Έχουν γίνει ορισμένες προσπάθειες, ειδικά τα τελευταία χρόνια, που στοχεύουν στην ανάδειξη των περιηγητικών μονοπατιών κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό έγινε προσπάθεια σύνθεσης ενός χάρτη, στον οποίο αποτυπώνονται μονοπάτια που αρχίζουν από τη βόρεια Ευρώπη και καταλήγουν στη νότια. Υπάρχουν ενιαίες προδιαγραφές με βάση τις οποίες σηματοδοτούνται τα ευρωπαϊκά μονοπάτια.

Σε ό,τι αφορά τον ελληνικό χώρο και επειδή δεν υπήρχε σημαντική υποδομή σχετικά με τα μονοπάτια, αφού τα ήδη υπάρχοντα δε συντηρούνταν, ανέκυψαν ορισμένα προβλήματα τόσο κατά το σχεδιασμό όσο και μετά την ολοκλήρωση του έργου. Τα μόνα βήματα που έχουν γίνει στην Ελλάδα αφορούν αποσπασματικές κινήσεις για τη συντήρηση και τη σήμανση, κυρίως σε επίπεδο τοπικών πρωτοβουλιών.

Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας έγινε καταγραφή του μονοπατιού που συνδέει τα χωριά Συρράκο και Καλαρρύτες με GPS χειρός. Με βάση αυτήν την καταγραφή και με τη βοήθεια του προγράμματος Autocad, η διαδρομή μεταξύ των δύο χωριών αποτυπώθηκε σε ένα χάρτη. Kαθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής ελήφθησαν φωτογραφίες που αναδεικνύουν το μονοπάτι και την περιοχή από την οποία διέρχεται, με κάθε λεπτομέρεια.

Abstract

Παραδοσιακά, η τοπική οικονομία των ορεινών περιοχών, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, βασίζεται κυρίως στη γεωργία και τη δασοκομία και χαρακτηρίζεται από μικρές ιδιοκτησίες. Εντούτοις, τα τελευταία χρόνια οι τουρίστες ανακάλυψαν εκ νέου τα βουνά και οι ορεινές περιοχές είναι μεταξύ των κορυφαίων τουριστικών προορισμών σε όλο τον κόσμο. Κατά συνέπεια, η σύγχρονη οικονομία των ορεινών περιοχών στρέφεται όλο και περισσότερο σε κλάδους παροχής υπηρεσιών και έχουν αναπτυχθεί πολλές οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τουρισμό, προσφέροντας ποικίλες επιχειρηματικές ευκαιρίες.

Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η καταγραφή και αποκωδικοποίηση της εμπειρίας από επιτυχημένα παραδείγματα επιχειρηματικής δράσης στον ορεινό χώρο των Τζουμέρκων. Με βάση τη μελέτη της φυσικής και κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας της περιοχής των Τζουμέρκων και την επισκόπηση της καινοτομίας στην επιχειρηματική δράση επιλέχθηκαν έντεκα επιχειρήσεις, οι οποίες εμφανίζουν στοιχεία διαφοροποίησης σε σχέση με τις συνήθεις οικονομικές δραστηριότητες της περιοχής.

Ως βασικό εργαλείο της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ένα κατάλληλα διαμορφωμένο ερωτηματολόγιο, προκειμένου να αποτυπωθούν τα απαραίτητα στοιχεία. Το ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε με προσωπικές συνεντεύξεις με τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων.

Η ποιοτική και ποσοτική διερεύνηση των αποτελεσμάτων από τις συνεντεύξεις, σε συνδυασμό με το σύνολο των διαθέσιμων στοιχείων, οδηγεί σε ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα  αναφορικά  με  το  ρόλο  της  καινοτομίας  στην  επιτυχή  επιχειρηματική δραστηριότητα  στην  ορεινή  περιοχή  των  Τζουμέρκων.  Η  όλη  μεθοδολογία  μπορεί  να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο για αντίστοιχες έρευνες και σε άλλες περιοχές της ορεινής Ελλάδας.

Abstract

Αντικείμενο μελέτης της εργασίας είναι η διερεύνηση των προϋποθέσεων για τη δημιουργία ενός χειμερινού πάρκου δραστηριοτήτων και όχι απλώς ενός χιονοδρομικού κέντρου, το οποίο θα λειτουργεί καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, στην περιοχή των Τζουμέρκων. Ξεκινώντας με μια ιστορική αναδρομή για την εξέλιξη της χιονοδρομίας στην Ελλάδα, καθορίζονται οι προδιαγραφές για την ίδρυση χιονοδρομικών κέντρων και παρατίθενται στοιχεία για τα νέα χιονοδρομικά κέντρα, εκτός από τα δέκα πέντε ήδη υπάρχοντα. Εν συνεχεία, αφού αναλύεται το ερώτημα αν ο χιονοδρομικός τουρισμός αποτελεί ανάπτυξη ή πληγή για μια περιοχή, αποτιμάται η υφιστάμενη πραγματικότητα (προϋπάρχουσες μελέτες, υπάρχουσα υποδομή, τεχνολογίες ενημέρωσης και διαδίκτυο) και επιχειρείται η βέλτιστη χωροθέτηση ενός χιονοδρομικού κέντρου, με χωρικά  και οικονομικά κριτήρια στην περιοχή των Τζουμέρκων. Απαραίτητοι κρίνονται και οι συσχετισμοί του προτεινόμενου έργου με την εξέλιξη της κατασκευής των δύο μεγάλων οδικών αξόνων (Εγνατίας και Ιόνιας οδού) . Τέλος, τίθενται οι στόχοι του προτεινόμενου αναπτυξιακού πλάνου και  αξιολογείται η εφικτότητά του.

Abstract

Η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από το φυσικό αέριο αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά κατά τα επόμενα έτη. Μέχρι στιγμής, όμως, δεν υπάρχουν οι αναγκαίες αποθηκευτικές υποδομές για να υποστηρίξουν κάτι τέτοιο και η αναγκαιότητα κατασκευής τους γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο τη μελέτη των υπόγειων αποθηκευτικών χώρων φυσικού αερίου, εντός τεχνητών κοιλοτήτων σε σχηματισμούς ορυκτού άλατος. Γίνεται αναφορά γενικά στην αποθήκευση φυσικού αερίου, κυρίως στην Ευρώπη και την Αμερική. Επίσης, γίνεται επισκόπηση της  τεχνικής δημιουργίας θαλάμων εντός κοιτασμάτων άλατος, κάποιων οικονομικών μεγεθών που αφορούν στο κόστος εγκατάστασης καθώς και στοιχείων σχετικών με τη δυναμικότητα των υπογείων αποθηκευτικών χώρων. Περιγράφονται τα γεωλογικά χαρακτηριστικά των κατάλληλων σχηματισμών. Τέλος, εξετάζεται η Ήπειρος ως μία υποψήφια περιοχή αποθήκευσης φυσικού αερίου, λόγω της εύρεσης κοιτασμάτων άλατος που μπορούν να αξιοποιηθούν, ιδιαίτερα στην περιοχή του Μονολιθίου.

Abstract

Η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από το φυσικό αέριο αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά κατά τα επόμενα έτη. Μέχρι στιγμής, όμως, δεν υπάρχουν οι αναγκαίες αποθηκευτικές υποδομές για να υποστηρίξουν κάτι τέτοιο και η αναγκαιότητα κατασκευής τους γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο τη μελέτη των υπόγειων αποθηκευτικών χώρων φυσικού αερίου, εντός τεχνητών κοιλοτήτων σε σχηματισμούς ορυκτού άλατος. Γίνεται αναφορά γενικά στην αποθήκευση φυσικού αερίου, κυρίως στην Ευρώπη και την Αμερική. Επίσης, γίνεται επισκόπηση της  τεχνικής δημιουργίας θαλάμων εντός κοιτασμάτων άλατος, κάποιων οικονομικών μεγεθών που αφορούν στο κόστος εγκατάστασης καθώς και στοιχείων σχετικών με τη δυναμικότητα των υπογείων αποθηκευτικών χώρων. Περιγράφονται τα γεωλογικά χαρακτηριστικά των κατάλληλων σχηματισμών. Τέλος, εξετάζεται η Ήπειρος ως μία υποψήφια περιοχή αποθήκευσης φυσικού αερίου, λόγω της εύρεσης κοιτασμάτων άλατος που μπορούν να αξιοποιηθούν, ιδιαίτερα στην περιοχή του Μονολιθίου.

Abstract

Στην εργασία αυτή γίνεται μια προσπάθεια προσέγγισης του ζητήματος της οδικής σύνδεσης της Εγνατίας Οδού με την ορεινή ενότητα των Τζουμέρκων. Αρχικά εξετάζεται η ανάγκη υλοποίησης, της υπό εξέταση σύνδεσης και η γενικότερη σημασία της για την ευρύτερη περιοχή των Τζουμέρκων. Στη συνέχεια παρατίθεται η υφιστάμενη κατάσταση του οδικού δικτύου της περιοχής και τα προβλήματα που κατά τόπους παρουσιάζονται. Επίσης, γίνεται μια πρόβλεψη των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου, τόσο κατά την κατασκευή του, όσο και κατά την λειτουργία του. Τέλος, παρουσιάζεται το κόστος μελετών και υλοποίησης της σύνδεσης και ταυτόχρονα επιχειρείται μια σύγκριση με άλλα κόστη, όπως αυτά των κάθετων αξόνων της Εγνατίας Οδού και της συντήρησης του υφιστάμενου οδικού δικτύου.

Abstract

Μέσω της παρούσας εργασίας επιχειρείται η επισκόπηση των δυνατοτήτων εξοικονόμησης ενέργειας σε παραδοσιακά κτίρια, χρησιμοποιώντας ως περίπτωση μελέτης έναν ορεινό, παραδοσιακό ξενώνα.

Αρχικά υπολογίζονται οι θερμικές απώλειες του ξενώνα και εντοπίζονται τα σημεία της ενεργειακής του ταυτότητας που χρήζουν βελτίωσης. Διατυπώνονται έξι διαφορετικά σενάρια εξοικονόμησης ενέργειας και για κάθε ένα από αυτά υπολογίζονται τα ποσά της εξοικονομούμενης ενέργειας, τα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη, καθώς και τα απαιτούμενα κόστη.

Με βάση τα τεχνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των διαφορετικών σεναρίων προτείνεται η επιλογή ενός εξ αυτών, ως βέλτιστου για την ενεργειακή αναβάθμιση του ξενώνα.

Τέλος,  αξιοποιώντας  τους  υπολογισμούς,  εξάγονται  χρήσιμα  συμπεράσματα  και

διατυπώνονται προτάσεις  για  το  ζήτημα  της  εξοικονόμησης ενέργειας σε παραδοσιακά κτίρια.

Abstract

Στην παρούσα εργασία διερευνάται η δυνατότητα κάλυψης των ενεργειακών αναγκών των μετακινούμενων κτηνοτρόφων της ευρύτερης περιοχής των Τζουμέρκων με την αξιοποίηση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Αρχικά γίνεται μια σύντομη αναφορά στο ρόλο της ποιμενικής / εκτατικής κτηνοτροφίας της περιοχής. Έπειτα εκτιμάται ένας μέσος όρος ενεργειακών αναγκών που κρίνεται απαραίτητο να καλυφθούν για την διευκόλυνση της παραμονής του κτηνοτρόφου στο βουνό. Στη συνέχεια επιχειρείται ο προσδιορισμός του ηλιακού και αιολικού δυναμικού της περιοχής με την αντίστοιχη διαστασιολόγηση αυτόνομων συστημάτων φωτοβολταϊκής συστοιχίας, μικρής ανεμογεννήτριας και υβριδικού συστήματος. Με βάση τη σχέση κόστους-απόδοσης κάθε συστήματος, η οποία διερευνάται, γίνεται στη συνέχεια η επιλογή της βέλτιστης τεχνολογικής λύσης. Τέλος, αναδεικνύεται η σημασία αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών, όπως αυτή της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, για την επίλυση κοινωνικών προβλημάτων και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κτηνοτρόφων με αναγκαία συνθήκη την έμπρακτη στήριξη του κράτους.

Abstract

Αντικείμενο της εργασίας αυτής αποτελεί η εκτίμηση των θερμικών καταναλώσεων και του συνεπαγόμενου κόστους για τις κατοικίες στο Ζαγόρι καθώς και για τα τουριστικά καταλύματα. Στόχος είναι η ανάδειξη του μεγέθους τους προβλήματος της ενεργειακής επάρκειας στην περιοχή, ιδιαίτερα σε μια εποχή κρίσης με αυξημένες τιμές στο πετρέλαιο θέρμανσης. Μελετώνται οι ενεργειακές ανάγκες σε επτά οικισμούς του Ζαγορίου σε συνάρτηση με τις κλιματικές συνθήκες και τα χαρακτηριστικά των κτιρίων. Παράλληλα, διαμορφώνεται ένα μοντέλο για το κτίριο ενός τυπικού ξενώνα και υπολογίζονται οι θερμικές του ανάγκες. Γίνεται σύγκριση των ενεργειακών και οικονομικών μεγεθών με άλλες χαμηλότερου υψομέτρου περιοχές, ώστε να αναδειχθεί η ένταση του προβλήματος στα ορεινά. Επίσης, υπολογίζεται η ελάφρυνση που προκύπτει για τα νοικοκυριά μέσω της επιδότησης του πετρελαίου θέρμανσης. Λόγω των υψηλών τιμών των καυσίμων και της μεγάλης ενεργειακής ζήτησης στις ορεινές περιοχές, προκύπτει ότι στο Ζαγόρι το ζήτημα της ενεργειακής φτώχειας έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις και η υφιστάμενη πολιτική είναι ανεπαρκής για την αντιμετώπισή του. Τέλος, προτείνονται ορισμένα μέτρα που πρέπει να χαρακτηρίζουν μια αποτελεσματική πολιτική για τις ορεινές περιοχές, προκειμένου να υπάρξει απρόσκοπτη κάλυψη των ενεργειακών φορτίων στις κατοικίες και τις τουριστικές επιχειρήσεις.

Abstract

Το Ζαγόρι είναι ένας τόπος με πλούσια φυσική και πολιτιστική κληρονομιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η λαϊκή ιατρική παράδοση της περιοχής με τους περίφημους Βικογιατρούς, η οποία στηρίχτηκε στον πλούτο της τοπικής χλωρίδας. Σήμερα, η ξεχασμένη αυτή παράδοση μπορεί να αποτελέσει έναυσμα για την ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, οι οποίες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να συγκρατήσουν τους νέους ανθρώπους της περιοχής.

Στη βάση των παραπάνω, η παρούσα εργασία διερευνά την οικονομική βιωσιμότητα μιας επιχειρηματικής ιδέας με αντικείμενο την εμπορία αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών της ευρύτερης περιοχής του Ζαγορίου. Για τους σκοπούς της εργασίας εξετάζονται δύο εναλλακτικά σενάρια, μιας ατομικής και μιας πολύ μικρής επιχείρησης, τα οποία διαφοροποιούνται ως προς την απαιτούμενη επένδυση, το μέγεθος της επιχείρησης και τα χαρακτηριστικά των πωλήσεων.